14 Σεπ 2007

Μαγεία σε High Definition

H αβάσταχτη γοητεία της Υψηλής Ανάλυσης στο συναισθηματικό κόσμο των ανθρώπων!

Βάζοντας να δούμε τα πρώτα δοκιμαστικά δισκάκια από την παραγωγή των Blu-ray του τεύχους στη Μεγάλη Αίθουσα του HiTECH, η χαρά των θεατών για το τέλος μιας μεγάλης προσπάθειας ήταν ανάμεικτη με την αγωνία του τελικού αποτελέσματος. Έπειτα από λίγα λεπτά, τα χαμόγελα έγιναν πλατιά και άρχισαν τα επιφωνήματα. Ενθουσιασμός για την ποιότητα της εικόνας, θαυμασμός για το συγκινησιακό φορτίο που μπορεί να μεταφέρει η σημερινή τεχνολογία στα σπίτια μας. Σε αυτή την πρώτη θέαση ακούστηκε για πρώτο φορά το σύνθημα «το ωραιότερο θέαμα του κόσμου στο ωραιότερο σύστημα του κόσμου», που στη συνέχεια υιοθετήθηκε ως μότο της προσφοράς μας. Η αίσθηση της εικόνας High Definition είναι πραγματικά τρισδιάστατη, ιδίως στις πολλές ίντσες, που σε κυκλώνουν με άπλετο φως. Μερικές φορές σού έρχεται να ορμήσεις μέσα στην οθόνη, ενώ άλλες φορές θέλεις να το βάλεις στα πόδια, γιατί έρχεται καταπάνω σου το θεριό! Και στα παραδείσια τοπία, σ’ αυτούς τους εκθαμβωτικούς ουρανούς με τα ανάγλυφα σύννεφα, σ’ αυτά τα μαγνητικά πορφυρά ηλιοβασιλέματα, στο κατάμεστο με απίθανα χρώματα βυθό του αρχιπελάγους, σαστίζεις, μένεις με το στόμα ανοιχτό και ξεχνάς κάθε έγνοια της καθημερινότητας. Είναι η μοναδική δύναμη που έχει η ομορφιά του πλανήτη μας …
Το τελευταίο «τοξικό» τεστ ήταν η σύγκριση με το DVD μας, στο ίδιο πρόγραμμα. «Χάλια, βγάλ’ το!» φώναζαν όλοι, τόσο που αρχίσαμε να ψάχνουμε μήπως υπήρχε κάπου κάποιο λάθος. Ειλικρινά, δεν μπορούσαμε να πιστέψουμε στα μάτια μας – όλοι είχαμε την αίσθηση ότι το DVD ήταν πολύ καλύτερο απ’ αυτό που βλέπαμε. Γι’ αυτό και κάναμε το ανάποδο τεστ: Φωνάξαμε δύο συνεργάτες μας που δεν είχαν δει το Blu-ray και τους βάλαμε πρώτα το DVD. «Υπέροχη εικόνα» είπαν και οι δύο – και τότε ξέραμε ότι αυτό που ζούσαμε ήταν το παλιό δόγμα, ότι η ποιότητα είναι δρόμος χωρίς επιστροφή: Αν δεις το καλύτερο, δεν αντέχεις το χειρότερο – και όσο δεν έχετε δει Full High Definition, θα σας φαίνετε μια χαρά το DVD. Μόλις το ματάκι σας πέσει σε εικόνα Full HD, θα βλέπετε στο DVD πέπλα, συρματοπλέγματα και γραμμές, κόκκους και θόρυβο, φλαταρισμένη εικόνα χωρίς βάθος. Δυστυχώς, στην Ελλάδα, όπως δείχνουν τα πράγματα, η μόνη πηγή High Definition που θα έχουμε για αρκετό καιρό είναι αυτά τα πολύτιμα δισκάκια. Βεβαίως, θα έχετε ακούσει το παλιό ρητό «garbage in-garbage out», μ’ άλλα λόγια, αν το πρωταρχικό υλικό είναι σκουπίδι, αυτό που θα βγει από το αποτέλεσμα δεν μπορεί παρά να είναι σκουπίδι. Γι’ αυτό και η αγωνία μας ήταν μεγάλη, επειδή ξέραμε ότι είχαμε βρει ένα μοναδικό διαμάντι ποιότητας για «in» και θέλαμε με κάθε τρόπο να εξασφαλίσουμε ότι θα μείνει διαμάντι μέχρι το «out».
Όπως θα δείτε και στα credits της σειράς, το πρόσταγμα της παραγωγής είχε η νεοζηλανδική NHNZ, θυγατρική της Fox, αλλά όλα τα συνεργεία ήταν της ιαπωνικής τηλεόρασης NHK, που δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι έχει τη μεγαλύτερη εμπειρία σε High Definition. (Οι εκπομπές High Definition ξεκίνησαν στην Ιαπωνία το 1990, με το αναλογικό σύστημα NHK 1080 – σήμερα έχει αντικατασταθεί από ψηφιακό.) Βεβαίως, τα ιαπωνικά συνεργεία δικαιούνται να έχουν και την πιο τελευταία τεχνολογία σε ψηφιακές βιντεοκάμερες High Definition – κατευθείαν από τα ερευνητικά εργαστήρια των γιγάντων των ηλεκτρονικών που έχουν στη χώρα τους.
Μία από τις σημαντικότερες «πρωτιές» στη λήψη αυτών των προγραμμάτων ήταν η ολοκληρωτική χρήση ψηφιακών μηχανών High Definition, με δυνατότητα υπερχρονισμού. Χάρη στον υπερχρονισμό, όπου αντί για 30 καρέ το δευτερόλεπτο φτάνουμε, π.χ., στα 150 καρέ, μπορούμε να έχουμε πεντακάθαρη εικόνα High Definition ακόμη και σε slow motion. (Ουσιαστικά, αν η εικόνα είναι τραβηγμένη στα 150 fps και αναπαράγεται στα 30 fps, έχουμε μια ταχύτητα slow motion 1/5 του νορμάλ με τέλεια εικόνα.) Πέρσι, μάλιστα, στις εκθέσεις των επαγγελματιών της εικόνας, είδαμε τους εικονολήπτες και τους παραγωγούς του NHK να κάνουν μεγάλο ντόρο με τις λήψεις High Definition slow motion αυτής της σειράς. Αξίζει να σημειωθεί ότι, μέχρι πρόσφατα, η μόνη λύση για slow motion με High Definition ήταν η λήψη σε φιλμ με υπερχρονισμό και μετά τελεσινέ. (Οι πιο πονηροί βέβαια απλά χρησιμοποιούσαν κάμερες standard definition με υπερχρονισμό για τα πλάνα που ήθελαν slow motion και μετά έκαναν upscaling.)
Δύο ακόμη καταπληκτικές τεχνολογικές καινοτομίες της σειράς είναι οι νυχτερινές και οι υποθαλάσσιες λήψεις. Χάρη στα τελευταία εξαρτήματα νυχτερινής λήψης, που συνδυάζουν τις υπέρυθρες ακτίνες με το ορατό φως, μπορούμε πλέον να έχουμε και χρώμα με χαμηλό θόρυβο, ακόμη και νύχτα με το ελάχιστο φως του φεγγαριού ή των αστεριών. Το νυχτερινό κυνήγι των λιονταριών στο πρώτο DVD της σειράς (Αφρική) έχει απίστευτο ρεαλισμό και είναι βαθύτατα υποβλητικό χάρη στην αίσθηση του σκότους (και τα «βαμπιρικά» μάτια των θηρευτών). Στις υποθαλάσσιες λήψεις, που θα δείτε πλουσιοπάροχα στο δεύτερο DVD της σειράς (Αρχιπέλαγος Ινδονησίας), η τελευταία τεχνολογία εξοπλισμού δίνει έναν τρομερό χρωματικό πλούτο, που μαζί με τη διαύγεια της εικόνας 1920x1080, δημιουργεί μια απαράμιλλη τρισδιάστατη αίσθηση υποβρύχιας κατάδυσης. Εύγε στους Ιάπωνες κάμεραμαν, που πέρασαν άπειρους μήνες τραβώντας υπομονετικά σε σαβάνες, βουνά, ποτάμια, πελάγη και ωκεανούς, επιτρέποντάς μας να «ζήσουμε» εμπειρίες που ποτέ δεν θα μπορούσαμε αλλιώς να βιώσουμε.
Το επόμενο μεγάλο ατού της σειράς είναι η θεσπέσια μουσική της. Πρόκειται για μουσική του Νεοζηλανδού Trevor Coleman, η οποία είχε τόση επιτυχία, που αποτέλεσε τη βάση για ένα αυτόνομο μουσικό έργο, τη Συμφωνία «Equator – Circle of Life».
Μετά ταύτα, αγαπητοί αναγνώστες, σας αφήνουμε να παίξετε με τα δισκάκια μας και να διαπιστώσετε μόνοι την αλήθεια των λόγων μας. Και αν αναρωτιέστε ποιο είναι το επόμενο βήμα μετά το Full HD, η απάντηση υπάρχει και είναι η πραγματικά τρισδιάσταση εικόνα στο σαλόνι μας, με ολογραφία λέιζερ, ίσως σε καμιά δεκαριά χρόνια…

(Οκτώβριος 2007)

To Ημερολόγιο μιας Hi παραγωγής

Τη στιγμή που το HiTECH αποφάσισε να κάνει αυτή την πρωτοποριακή προσφορά στους αναγνώστες του, σήμανε «συναγερμός» σε όλο το επιτελείο. Παράλληλα με τον ενθουσιασμό που χαράχτηκε στα πρόσωπα όλων, αρχίσει και μια αλληλουχία εργασιών με αυστηρά χρονοδιαγράμματα...




Στάδιο πρώτο: Η ανεύρεση του υλικού


Η προσφορά ενός δίσκου High Definition ξεκινά με την επιλογή και την ανεύρεση του προγράμματος, κάτι που σήμερα αποτελεί το πιο δύσκολο σημείο: «Ποια παραγωγή είναι εντυπωσιακή, καλοδουλεμένη στο μοντάζ και στη λήψη, έχει αποσπάσει βραβεία παγκοσμίως αλλά και έχει γυριστεί εξ ολοκλήρου σε High Definition;». Απαιτήσεις που έπρεπε επειγόντως να καλύπτει ένας και μοναδικός τίτλος. Ιδού λοιπόν η σειρά «Hi-Def Planet – Ισημερινό Κύκλος», που εντυπωσίασε την πλειονότητα θεατών και κριτικών, με την επιστημονική του εγκυρότητα, τα πλάνα, το μοντάζ, τα χρώματα, την κίνηση, την εκπληκτική εικόνα. Γυρίστηκε σε Full HD και η περαιτέρω επεξεργασία του έγινε αμιγώς ψηφιακά, όπως μοντάζ ήχου και εικόνας, χρωματική διόρθωση κ.λπ. (Περισσότερα για τη σειρά στη στήλη Αποχρώσεις, σελ. 8.)

Η ανεύρεση και το κλείσιμο των δικαιωμάτων των έξι επεισοδίων δεν ήταν απλή υπόθεση, όπως τελικά αποδείχθηκε. Δεκάδες μικρότερες ή μεγαλύτερες δυσκολίες και καθυστερήσεις χώρισαν την ιδέα από την πρώτη φάση της υλοποίησης.



Στάδιο δεύτερο: Το pre-mastering

Έχοντας λοιπόν εντοπίσει το «πρωτογενές» υλικό σε Full High Definition 1080 και σε σκληρό δίσκο που βγήκε από τις ψηφιακές κασέτες φορμά HD-D5, το επόμενο στάδιο ήταν να εντοπιστεί ένα στούντιο ικανό να αντεπεξέλθει σε αυτή την πρόκληση. Η παραγωγή δίσκων Hi-Def, είτε HD-DVD είτε Blu-Ray, δεν είναι ακόμα διαδεδομένη, αφού μόνο μεγάλα στούντιο στην Αμερική έχουν κάνει τέτοια project για τέτοιες παραγωγές – ιδιαίτερα στο πεδίο των κινηματογραφικών ταινιών –, άλλες πετυχημένες και άλλες όχι (στην τελική ποιότητα). Τελικά, μετά από επίπονη έρευνα και πολλές δοκιμές στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, καταλήξαμε να αναθέσουμε το pre-mastering σε μια νέα ελληνική εταιρεία. Η εικόνα υψηλής ανάλυσης δουλεύεται εδώ και αρκετό καιρό από τα στούντιο, κυρίως στο εξωτερικό αλλά και στην Ελλάδα, ωστόσο αυτό συμβαίνει κυρίως στη λήψη και την παραγωγή ταινιών (σε επίπεδο post-production) και ελάχιστα στη δημιουργία δίσκων προς οικιακή χρήση (σε pre-mastering). Έτσι, ενώ πολλοί γνωρίζουν καλά το φορμά και τις όποιες «δυστροπίες» του, είναι πιο δυσεύρετες η εμπειρία και η γνώση στην υλοποίηση ενός οπτικοακουστικού δίσκου HD-DVD ή BD προς αναπαραγωγή.

Έχοντας δει αρκετούς τίτλους σε BD και έχοντας εντοπίσει αρκετά προβλήματα περιεχομένου του φορμά αυτού, η ομάδα των «χρυσών ματιών» του HiTECH κατέληξε στην επιλογή του AVC codec για την κωδικοποίηση της εικόνας (που βασίζεται στο προηγμένο μοντέλο του MPEG-4). Από πλευράς μπάντας ήχου αποφασίστηκε να δοθεί για πρώτη φορά δικάναλη μπάντα σε ασυμπίεστο Linear PCM (ή αλλιώς LPCM), υψηλής ποιότητας 48kHz/16bit. Ο πολυκάναλος ήχος δόθηκε σε Dolby Digital με αυξημένο bitrate (640Kbps έναντι 448Kbps των στάνταρτ DVD).

Με τις προδιαγραφές του BD και το ασυμπίεστο ψηφιακό master, που μας ήρθε σε σκληρό δίσκο από το εξωτερικό, μπήκαμε στο στούντιο και αναμέναμε τα πρώτα δείγματα της κωδικοποίησης της εικόνας. Στα 1920x1080 με προοδευτική σάρωση σε AVC πήραμε εκπληκτικά αποτελέσματα. Έπειτα από αρκετές προσπάθειες για τον εντοπισμό των βέλτιστων ρυθμίσεων κωδικοποίησης και πολλές ώρες αναμονής πάνω σε οκταπύρηνο workstation, αντιληφθήκαμε τη «δύναμη» αυτού του νέου φορμά... Οι δοκιμές που έγιναν και στην αίθουσα δοκιμών του HiTECH για σύγκριση των ίδιων κλιπ μεταξύ MPEG-2 HD και AVC ανέδειξαν τη σχετική υπεροχή του δεύτερου, με αποτέλεσμα να «κλειδώσουμε» στην επιλογή του. Στις 120 ίντσες ενός προβολέα full HD, το αποτέλεσμα ήταν αποστομωτικό. Βέβαια, και το bitrate της εικόνας, που ήταν «καρφωμένο» στα 30Mbit, δεν άφησε και πολλά περιθώρια κακής κωδικοποίησης, αφού μάλιστα και το πρωτογενές υλικό ήταν άριστης ποιότητας – ιδίως στα γρήγορα πλάνα, όπου ο φακός κυνηγά μια τσίτα ή ένα λιοντάρι, η ποιότητα του AVC παρέμενε κάτι παραπάνω από εκπληκτική.


Στάδιο τρίτο: Ηχογράφηση

Για το περιεχόμενο της ηχητικής μπάντας επιλέχθηκε η μεταγλώττιση έναντι των υποτίτλων – αφού η αρχική αφήγηση είναι στην αγγλική γλώσσα – ώστε να μπορέσει ο καθένας να θαυμάσει την εκπληκτική εικόνα και τα απίθανα πλάνα του κάθε επεισοδίου, χωρίς να αποσπάται από τους υπότιτλους που θα εμφανίζονταν κάθε φορά. Η «πληρότητα» της πληροφορίας που λαμβάνει ο θεατής με μια σωστή αφήγηση είναι πολύ μεγαλύτερη σε σχέση με έναν υποτιτλισμό και τους εν γένει περιορισμούς του (μέγεθος κειμένου, διάρκεια προβολής στην οθόνη), όπως εντόπισε και ο συνεργάτης μας που ανέλαβε τη μετάφραση και την επιστημονική επιμέλεια της σειράς. Χωρίς πολλή καθυστέρηση προχωρήσαμε στην επιλογή του εκφωνητή και με το σενάριο μεταφρασμένο, διορθωμένο και επιστημονικά ελεγμένο, κλείσαμε ραντεβού για να ηχογραφήσουμε το πρώτο επεισόδιο. Ο εκφωνητής μας φάνηκε να γοητεύεται ιδιαίτερα από το περιεχόμενο του κειμένου της ηχογράφησης, καθότι δεν του δίνεται συχνά η ευκαιρία για τόσο μεγάλης διάρκειας αφήγηση σε ντοκιμαντέρ. «Είναι η εικόνα τόσο καλή όσο το κείμενο;» ρώτησε και γελώντας του απαντήσαμε: «Καλύτερη δεν γίνεται!».

Με το αμοντάριστο υλικό της αφήγησης στο σακίδιο επιστρέψαμε στο στούντιο για να δημιουργήσουμε και τις τελικές μείξεις LPCM και σε 5.1 surround. Ο συγχρονισμός της ελληνικής με την αγγλική αφήγηση, βέβαια, δεν ήταν εύκολη δουλειά, καθώς η κάθε γλώσσα έχει τη δική της ροή – επιτεύχθηκε όμως το καλύτερο δυνατό μοντάζ ώστε να μην «προτρέχει» η μία αφήγηση σε βάρος της άλλης.

Για τους λάτρεις της εικόνας με συνοδεία τη –στερεοφωνική– μουσική συμπεριλήφθηκε και ένα τέταρτο κανάλι ήχου «χωρίς αφήγηση» που ολοκλήρωσε τις προδιαγραφές ήχου του δίσκου αυτού.


Στάδιο τέταρτο: Δημιουργία master και αναπαραγωγή

Είχαμε τα υλικά εικόνας και ήχου ασυμπίεστα. Είχαμε και τα κωδικοποιημένα, με τις σωστές ρυθμίσεις, το σωστό προγραμματισμό των μενού και ελεγμένο το κάθε κουμπί, το κάθε σημείο των ενοτήτων, την κάθε λεπτομέρεια. Είχε λοιπόν φτάσει η στιγμή της αλήθειας: η δημιουργία του αρχικού master προς αναπαραγωγή.

Το master για το δίσκο DVD ήταν σχετικά εύκολη διαδικασία, αφού το pre-mastering των DVD είναι υπόθεση που γνωρίζουν καλά αρκετοί επαγγελματίες, χρησιμοποιώντας αρκετά εξελιγμένα εργαλεία. Έτσι, δεν μας ανησύχησε τόσο αυτό το φορμά. Πόσοι όμως είχαν κάνει master για εργοστασιακή αναπαραγωγή δίσκου Blu-ray; Γνώριζαν τις όποιες ρυθμίσεις-παγίδα; Αυτή η διαδικασία μάς έκανε να κρατήσουμε την αναπνοή μας για λίγο.

Σε συνεννόηση με το εργοστάσιο, όπου και οι ίδιοι είχαν λίγη εμπειρία –αφού το φορμά είναι πολύ πρόσφατο– το τελικό master «στήθηκε» με όλες εκείνες τις προδιαγραφές που μας είχαν υποδείξει. Οι αρχικές μας δοκιμές σε δίσκους BD-R είχαν παρουσιάσει πολλές δυσκολίες, καθότι αρκετά player της αγοράς αρνούνται ακόμα να τα αναπαραγάγουν, αφού είναι γνωστό ότι δεν υποστηρίζουν (ακόμα) εγγράψιμα BD-R για να αποτραπεί η «πειρατεία». Ανακαλύψαμε ότι η απουσία κλειδώματος AACS είναι αυτή που δεν επιτρέπει ούτε στο PS3 να παίξει το εγγράψιμο δισκάκι μας. Το σύστημα προστασίας αντιγραφής AACS είναι υποχρεωτικό και έπρεπε να το εξασφαλίσουμε για τη διαδικασία της αναπαραγωγής.

Τελικά, με αρκετό κόπο από αμφότερες τις πλευρές – με το στούντιο να βρίσκεται στη μέση της διαδικασίας – πολλά τηλεφωνήματα στο εξωτερικό και τη συμβουλή ειδικών βιβλίων επί του θέματος, το εργοστάσιο καταλήγει να μας παραγάγει το πρώτο δίσκο BD και η συγκίνηση είναι διάχυτη. Ίσως επειδή οι κόποι μας ανταμείφθηκαν με τον καλύτερο τρόπο, ίσως επειδή αυτό που γίνεται είναι μοναδικό και πρωτοποριακό για ένα περιοδικό στον κόσμο – όπως μας διαβεβαιώνουν τα δύο εργοστάσια στον κόσμο που τυπώνουν σήμερα Blu-ray. Η παραγωγή του πρώτου Blu-ray ανατέθηκε σε ευρωπαϊκή εταιρεία, η οποία, εν αναμονή της λειτουργίας της δικής της γραμμής παραγωγής BD, ανέθεσε την παραγωγή των γυμνών δίσκων στο ένα από τα δύο εργοστάσια στον κόσμο που φτιάχνουν Blu-ray (στο αμερικανικό) και έκανε τις υπόλοιπες εργασίες στα δικά της εργοστάσια. Το High Definition είναι πλέον εδώ, ίσως λίγο μπερδεμένο από τον ανταγωνισμό των φορμά, αλλά όταν η παραγωγή είναι καλή, μας αλλάζει τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την ψυχαγωγία. Έτσι, από όλους εμάς στο HiTECH, ευχόμαστε να νιώσετε και εσείς την ίδια συγκίνηση και το ίδιο καρδιοχτύπι που νιώσαμε και εμείς όταν κρατήσαμε αυτό το «μπλε κουτάκι»...





Στάδιο πέμπτο:Αντιπαραβολή Blu-ray και DVD

Παρ’ ότι τσεκάραμε και ξανατσεκάραμε τα Blu-ray master σε όλα τα στάδια της παραγωγής από την αρχή του encoding και του authoring έως την ολοκλήρωση του project, περιμέναμε με ανυπομονησία το τελικό προϊόν, ήτοι το τυπωμένο μπλε δισκάκι το οποίο συνοδεύει το περιοδικό που κρατάτε στα χέρια σας. Με το Playstation 3, λοιπόν, και τους προβολείς υψηλής ευκρίνειας JVC DLA-HD1 και Sony VPL-VW100 καθίσαμε να απολαύσουμε το υπέροχο Equator σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια και ποιότητα. Μάλιστα για να επιβεβαιώσουμε για μία ακόμα φορά το συμπέρασμα που έως σήμερα έχουμε εξαγάγει για τις πηγές υψηλής ευκρίνειας –ότι δηλαδή η υπεροχή έναντι του DVD είναι εξίσου δραματική και σε προβολικά HD Ready– επαναλάβαμε τις θεάσεις και με την ανάλυσης XGA τηλεόραση plasma Pioneer PDP PDP-428XD.

Ε, λοιπόν, τη ρεαλιστική και αψεγάδιαστη εικόνα που είδαμε από το Blu-ray (οφειλόμενη βέβαια τόσο στην ποιότητα εικόνας του αρχικού υλικού όσο και στο προσεκτικό encoding) ούτε στις κορυφαίες εκδόσεις του είδους αυτού, όπως το περιβόητο Planet Earth του BBC, δεν την έχουμε ξαναδεί.

Κατ’ αρχάς θα πρέπει να τονίσουμε ότι, πριν προλάβει ο θεατής να παρατηρήσει τα επιμέρους στοιχεία που απαρτίζουν αυτή την καταπληκτική εικόνα, προσέχει ότι η εικόνα είναι παντελώς απαλλαγμένη από κάθε είδους θόρυβο, τεχνουργήματα ή εν γένει συμβατικά προβλήματα που επί μία δεκαετία ταλαιπωρούν το φορμά του DVD. Εδώ η κρυστάλλινη καθαρότητα και η στερεοσκοπική ευκρίνεια της εικόνας είναι τέτοιες, ώστε μας δίνεται η εντύπωση ότι παρακολουθούμε τα γυρίσματα του ντοκιμαντέρ και όχι την ψηφιακή του προβολή σε μια οθόνη 120 ιντσών. Το βάθος πεδίου είναι απλά εκπληκτικό, καθώς η εικόνα κυριολεκτικά διαθέτει τρίτη διάσταση θυμίζοντας περισσότερο προβολή IMAX παρά συμβατική δισδιάστατη προβολή.

Η δε ομαλή ροή των καρέ και η απεικόνιση του παναρίσματος της κάμερας είναι πραγματικά τέλεια και αυτό οφείλεται βέβαια στην επιλογή κωδικοποίησης στα 1.080p με προοδευτική σάρωση.

Ας γίνουμε όμως πιο συγκεκριμένοι: Στα κοντινά πλάνα στις τίγρεις, στα λιοντάρια και στις αντιλόπες μπορούμε με εντυπωσιακή ευκολία να διακρίνουμε την υφή της γούνας –να την παρατηρήσουμε τρίχα τρίχα–, σαν να βρίσκεται το ζώο μπροστά μας, ενώ με αντίστοιχη αληθοφάνεια και απεριόριστη ευκρίνεια διακρίνονται τα φυτά (φύλλα, δέντρα, χορτάρια) σε όλα τα σημεία του κάδρου, ασχέτως εάν έχουμε εστιάσει στο προσκήνιο ή το παρασκήνιο.

Στη σεκάνς που η αγέλη των βουβαλιών περνάει μέσα από το ποτάμι, τα νερά που εκτινάσσονται νομίζουμε ότι «θα μας βρέξουν», ενώ στο πίσω τμήμα του κάδρου όπου είναι συγκεντρωμένα εκατοντάδες ζώα, μπορούμε εύκολα να διακρίνουμε τον όγκο και το περίγραμμα του κάθε ζώου ξεχωριστά. Αντίστοιχα είναι εντυπωσιακή η αληθοφάνεια με την οποία απεικονίζεται η υφή του δέρματος των ελεφάντων, όπως και η παραμικρή λεπτομέρεια στην περιοχή γύρω από τα μάτια του ζώου.

Ωστόσο, η σκηνή που κυριολεκτικά κλέβει την παράσταση είναι αυτή όπου δύο εκατομμύρια ζέβρες, γκνου και γαζέλες απεικονίζονται σε μια τεράστια έκταση και ο θεατής μπορεί εύκολα να διακρίνει το κάθε ζώο, ειδικά στο πίσω τμήμα του κάδρου όπου έχει συγκεντρωθεί το μεγαλύτερο μέρος των κοπαδιών.

Επαναλαμβάνοντας τις θεάσεις μας σε προβολικές συσκευές HD Ready, όπως η ανάλυσης 1.024x768 plasma Pioneer PDP-428XD και ο 720p προβολέας PT-AX100 της Panasonic επιβεβαιώσαμε για πολλοστή φορά ότι υλικό υψηλής ευκρίνειας όταν προβληθεί σε συσκευή HD Ready και όχι TrueHD όχι μόνο δεν «χάνει» από την ποιότητά του, αλλά αναδεικνύει τη συσκευή αυτή με μοναδικό τρόπο. Το υψηλό contrast ratio και το απέραντο βάθος χρώματος του υλικού κυριολεκτικά απογειώνει το πάνελ. Εντάξει, σίγουρα δεν έχει τη λεπτομέρεια και την ανάλυση ενός πάνελ TrueHD, αλλά οι διαφορές είναι κυριολεκτικά μικρές.

Η αντιπαραβολή του Blu-ray με την έκδοση του προγράμματος σε DVD κατέληξε πάντως σε πραγματικό Βατερλό για το DVD. Κατ’ αρχάς ο θόρυβος της κωδικοποίησης κατά MPEG-2 είναι όχι μόνο ιδιαίτερα έντονος (εγγενές χαρακτηριστικό του φορμά του DVD), αλλά και αρκετά ενοχλητικός. Κατά δεύτερο λόγο η έλλειψη ευκρίνειας εν συγκρίσει με το Blu-ray είναι τόσο έντονη, ώστε όλες οι λεπτομέρειες που αναφέραμε προηγουμένως και που αναδεικνύονται με στερεοσκοπική ευκρίνεια και κρυστάλλινη καθαρότητα στο Blu-ray, στο DVD απλά απουσιάζουν. Η γούνα των αιλουροειδών απεικονίζεται ως μια «άμορφη μάζα» και όχι ως μεμονωμένες τρίχες, η υφή του δέρματος των ελεφάντων είναι «επίπεδη», ενώ η σκηνή όπου τα βουβάλια βουτάνε στο ποτάμι περνά απαρατήρητη. Εάν μάλιστα επικεντρώσουμε την προσοχή μας στη σεκάνς όπου οι τα κοπάδια από ζέβρες, γκνου και γαζέλες που είναι στη σαβάνα, παρατηρούμε ότι δεν μπορούμε να διακρίνουμε μεμονωμένα ζώα στο πίσω τμήμα του κάδρου, ενώ στις ραβδώσεις στα σώματα των ζεβρών δεν φαίνονται οι εναλλαγές μαύρων και λευκών λουρίδων.

Στο DVD, λοιπόν, «πάει περίπατο», το τρισδιάστατο βάθος πεδίου και η αίσθηση προβολής IMAX που μας άφησε άναυδους στο Blu-ray.

Συνεπώς, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι στην προκειμένη περίπτωση, όπου το υλικό δηλαδή είναι ένα εξαιρετικής ποιότητας ντοκιμαντέρ, η εικόνα υψηλής ευκρίνειας του Blu-ray εξυπηρετεί τον αντικειμενικό στόχο του προγράμματος με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, δηλαδή επιτυγχάνει να μεταφέρει το θεατή στον τόπο των γυρισμάτων. Συγκριτικά το DVD δεν επιτυγχάνει τίποτε περισσότερο από το να μας δώσει μια «γενικευμένη» απεικόνιση του υλικού, κάνοντάς μας να αναρωτηθούμε πως επί δέκα χρόνια θεωρούσαμε το φορμά αυτό ικανό να μας δώσει ρεαλιστική εικόνα.


(Οκτώβριος 2007)

HiTECH + DVD + Blu-Ray

Η περιπέτεια της προσφοράς Blu-ray από το επόμενο τεύχος του περιοδικού και το déjà vu με την ιστορία των DVD.


Είναι γνωστό ότι η ζωή μας κύκλους κάνει. Τον Απρίλιο του 2000 το HiTECH ήταν ένα από τα πρώτα έντυπα στον κόσμο που κυκλοφόρησε με δώρο ένα DVD, την ταινία «Elizabeth». (Μπορεί να ήταν και το πρώτο στον κόσμο, αλλά άντε να το διασταυρώσεις!) Την εποχή εκείνη κυκλοφορούσαν πολύ λίγοι τίτλοι DVD στην αγορά, τα DVD Player ήταν ακριβά έως πολύ ακριβά και τα είχαν λίγοι έως πολύ λίγοι, ενώ τα εργοστάσια παραγωγής ήταν λιγοστά και με περιορισμένες δυνατότητες.
Εκεί κάπου στα τέλη του 1999 χτυπάει το τηλέφωνο και ο Γιάννης Ιωαννίδης (παλιός φίλος από την εποχή του βινυλίου, όταν κόβαμε δίσκους σε κοπτικούς τόρνους Neumann) μας ανακοινώνει περήφανα ότι έβαλε μπρος γραμμή παραγωγής DVD. Αυτόματα, η ιδέα της προσφοράς DVD στο HiTECH μας σφηνώθηκε στο μυαλό και εντέλει, έπειτα από πολλά προβλήματα, τα καταφέραμε. Το κόστος βέβαια ήταν αστρονομικό, σε σχέση με τα σημερινά στάνταρτ, και ο μόνος τρόπος να γίνει πραγματικότητα η προσφορά ήταν με σημαντική αύξηση τιμής του περιοδικού, από 2.000 σε 2.700 δρχ. (σημερινό ισοδύναμο των 2.700 δρχ. σε ευρώ έπειτα από πληθωρισμό πάνω από 11 ευρώ). Ωστόσο, τολμήσαμε και η αποδοχή ήταν μεγάλη: Από πωλήσεις 21.000 το Μάρτιο, ο Απρίλιος πήγε στις 28.000 και ο Μάιος ξαναγύρισε στις 19.500. Με βάση αυτό, και αφού τα κοστολόγια έπεσαν αρκετά, από το 2001 προχωρήσαμε στην υιοθέτηση του DVD κάθε μήνα, ενώ τρία χρόνια αργότερα, το 2004, όταν τα κοστολόγια παραγωγής είχαν πέσει στο ένα δέκατο της «Elizabeth», μπήκαν στο παιχνίδι και οι εφημερίδες. Βεβαίως, περιττό να σας πούμε ότι οικονομικά η «Elizabeth» ήταν ελαφρά «κόκκινη» για το περιοδικό, παρ’ όλη την αύξηση της τιμής και την αύξηση της κυκλοφορίας. Ήταν όμως πρωτοπορία, και αυτό μετράει για όλους μας.
Σήμερα, λοιπόν, ξαναζούμε τις μέρες του 2000, με την αντικατάσταση του DVD από το Blu-ray. Σας εξομολογούμαστε ότι από πέρσι το καλοκαίρι ψάχνουμε τη δυνατότητα να προσφέρουμε Blu-ray με το HiTECH. Ωστόσο, τα πράγματα είναι πολύ πιο δύσκολα απ’ ό,τι στο DVD την εποχή του 2000. Κατ’ αρχάς, δεν υπάρχουν παρά δύο εργοστάσια εν λειτουργία σε όλο τον κόσμο, και τα δύο της Sony, ένα στην Ιαπωνία και ένα στην Αμερική. Αυτό σημαίνει μεγάλο κόστος μεταφορικών και μεγάλο χρόνο. Το ευρωπαϊκό εργοστάσιο της Sony στην Αυστρία είναι τεχνολογικά έτοιμο για Blu ray, ωστόσο δεν το βλέπουμε να παίρνει μπρος αν δεν αυξηθούν οι παραγωγές. (Γιατί να ξεκινήσουν και νέα μονάδα όταν υπάρχει παραγωγική διαθεσιμότητα στις άλλες μονάδες;) Όταν πάρει μπροστά αυτό, πιθανόν να δούμε σημαντική μείωση κόστους και χρόνου.
Το δεύτερο στοιχείο δυσκολίας είναι η κατασκευή των μάστερ, όπου τα προγράμματα κατασκευής είναι πολύ φρέσκα και πανάκριβα, ενώ πανάκριβος είναι και ο εξοπλισμός High Definition για τα στούντιο. Ελπίζουμε να μπορέσουμε να φτιάξουμε μάστερ στην Ελλάδα, αλλιώς θα τα κάνουμε στο εξωτερικό.
Τρίτο και αγριότερο στοιχείο δυσκολίας ήταν η εξεύρεση προγράμματος High Definition σε ποιότητα που να αξίζει να δοθεί από το HiTECH στους φανατικούς φίλους της εικόνας και του ήχου. Η αντίληψή μας ήταν πάντα ότι το καλύτερο πρόγραμμα για να απολαύσεις ποιότητα εικόνας και ήχου είναι η Φύση. (Αυτό άλλωστε αποδεικνύουν και οι πωλήσεις Blu-ray στην Αμερική, όπου η πρώτη θέση σε πωλήσεις ανήκει σε ντοκιμαντέρ φύσης, και μάλιστα με μεγάλη διαφορά από τις ταινίες.) Έπειτα, λοιπόν, από ένα υπερ-δωδεκάμηνο μαραθώνιο συνεννοήσεων, καταφέραμε να αποκτήσουμε το ιδανικό, μία από τις καλύτερες σειρές ντοκιμαντέρ φύσης, γυρισμένη εξ ολοκλήρου σε High Definition, από τους καλύτερους και πιο έμπειρους παραγωγούς του κόσμου. Όπως θα δείτε και στη διαφήμιση των σελίδων 13-15, η σειρά Hi-Def Planet – Ισημερινός Κύκλος έχει αποσπάσει λαμπρά διεθνή βραβεία ποιότητας περιεχομένου, εικόνας και ήχου και έφτασε στα χέρια μας σε πολύτιμες μήτρες High Definition (οι οποίες ανοίχτηκαν με σεβασμό σε σεμνή τελετή αποσφράγισης στα γραφεία μας).
Μια σοφή ιδέα της σύνταξης του HiTECH ήταν να δώσουμε πακέτο με το Blu-ray το ίδιο πρόγραμμα και σε DVD. Αυτό εξυπηρετεί δύο στόχους: αφενός τις αγαπημένες μας συγκρίσεις και αφετέρου την παρακολούθηση σε ένα DVD Player, είτε εν αναμονή της αγοράς BD Player είτε σε ένα δεύτερο σύστημα. Μια δεύτερη σοφή ιδέα ήταν να προσφέρουμε τη σειρά μεταγλωττισμένη, έτσι ώστε το μάτι να μην κολλάει στους υπότιτλους και να μπορεί να περιδιαβαίνει την πλούσια εικόνα High Definition.
Έχοντας ξεπεράσει όλους τους σκοπέλους, το τελικό κόστος των Blu-ray μας προκύπτει από 15 ως 20 φορές υψηλότερο από αυτό του DVD. Μ’ άλλα λόγια, αντί για ένα Blu-ray θα μπορούσαμε να σας προσφέρουμε 15 ως 20 DVD! Τι να τα κάνουμε όμως; Παίζουν στην καινούργια οθόνη μας High Definition; Φυσικά και εδώ, ο μόνος τρόπος να γίνει πραγματικότητα η προσφορά είναι με σημαντική αύξηση της τιμής – η οποία ελπίζουμε να πέσει σύντομα ακολουθώντας την πτώση του κόστους του Blu-ray. Ραντεβού στο περίπτερο στις 19 Σεπτεμβρίου, και περιμένουμε τις εντυπώσεις σας.

(Αύγουστος-Σεπτέμβριο 2007)

Η αντεπίθεση του HD-DVD

Και εκεί που νομίζαμε ότι ο πόλεμος των φορμά HD τελειώνει, ήρθε η έκπληξη. Το στρατόπεδο του HD-DVD με δύο απανωτά χτυπήματα άλλαξε τα δεδομένα και τις ισορροπίες, αναγκάζοντας πολλούς που θεωρούσαν την ιστορία λήξασα να αναθεωρήσουν τις απόψεις τους.
Το πιο εντυπωσιακό χτύπημα ήταν η ανακοίνωση των κινηματογραφικών studio Paramount και Dreamworks (τα οποία αμφότερα ανήκουν στη Viacom), ότι για τους επόμενους 18 μήνες θα υποστηρίζουν αποκλειστικά το φορμά HD-DVD. Μέχρι τώρα, τα δύο αυτά studio κυκλοφορούσαν τα δισκάκια τους και στα δύο ανταγωνιστικά φορμά, Blu-Ray και HD-DVD. Από δω και πέρα και για τουλάχιστον ενάμιση χρόνο, Paramount και Dreamworks θα βγάζουν μόνο HD-DVD, ανεβάζοντας έτσι το ποσοστό των αποκλειστικά διατιθέμενων σε τίτλων HD-DVD, από 10% (το ποσοστό δηλαδή της Universal, η οποία από την αρχή βρίσκεται αποκλειστικά στο πλευρό του HD-DVD) σε 23%. Από εκεί και πέρα, υπάρχει ένα 19% της Warner η οποία υποστηρίζει και τα δύο φορμά, ενώ το υπόλοιπο κομμάτι της αγοράς υποστηρίζει μόνο Blu-ray (Sony με 18%, 20th Century Fox με 16%, Disney με 14%, Lionsgate με 7% και MGM με 3%). Έτσι, ακόμη και μετά την απόφαση της Viacom να διαλέξει την πλευρά του HD-DVD, η ποσόστωση της αγοράς παραμένει σημαντικά υπέρ του φορμά της Sony, με σκορ 58-23 και το Blu-Ray να έχει υπερδιπλάσιους αποκλειστικούς υποστηρικτές σε επίπεδο software. Πέρα από αριθμούς και ποσοστώσεις, το γεγονός είναι ότι η ανακοίνωση των δύο studio της Viacom αναζωπύρωσε τη φλόγα της μάχης των φορμά, αποθαρρύνοντας για μια ακόμη φορά την πλειονότητα των καταναλωτών να αγοράσουν επιτέλους κάποιο HD Player. Νυν υπέρ πάντων ο αγών για τα δύο στρατόπεδα (και τα τεράστια οικονομικά συμφέροντα που βρίσκονται από πίσω), αλλά η όλη κατάσταση έχει αρχίσει να κουράζει τον καταναλωτή, ο οποίος θέλει να τελειώνει αυτή η ιστορία, ώστε να μπορέσει επιτέλους να αγοράσει εξοπλισμό, χωρίς το φόβο ότι σε 18 τέρμινα θα του είναι άχρηστος. Πολλά ειπώθηκαν, ακόμη και από επίσημα χείλη, ότι πίσω από την απόφαση των Paramount και Dreamworks κρύβεται χορός (150) εκατομμυρίων δολαρίων, σε χρηματοδοτήσεις, χορηγίες κ.λπ. προς τα δύο studio, αλλά και την ίδια τη Viacom. Αυτό που δεν τολμά να πει κανείς είναι ποιος δίνει αυτά τα χρήματα. Η μικρή Toshiba (δημιουργός του HD-DVD), η μεγάλη Microsoft (φανατικός υποστηρικτής του φορμά) ή κάποιος άλλος;

Η συμφωνία του αιώνα

Μπορεί η ανακοίνωση αποκλειστικής υποστήριξης του HD-DVD από τις Paramount και Dreamworks να δημιούργησε θόρυβο και εντυπώσεις, αλλά μια πολύ πιο αθόρυβη συμφωνία που έγινε πριν από λίγες μέρες, ίσως στο μέλλον αποδειχτεί πολύ μεγαλύτερης σημασίας. Μέχρι τώρα σε επίπεδο hardware η κυριαρχία του Blu-ray παρέμενε αδιαμφισβήτητη, με τη Sony να συνεχίζει να πουλά μαζικά κάτω του κόστους το υπερόπλο που λέγεται PS3, να εξοπλίζει όλα της τα νέα Vaio με δυνατότητες HD και οσονούπω να κυκλοφορεί (στην ιαπωνική αγορά) τέσσερα νέα κονσούμερ Blu-ray Recorder με δυνατότητα εγγραφής και σε δισκάκια dual-layer των 50GB, (ενώ το κορυφαίο μοντέλο διαθέτει και 500άρη σκληρό δίσκο). Από την πλευρά της η Toshiba και η ομάδα του HD-DVD απαντούν με την ανακοίνωση δίσκων HD-DVD triple-layer, χωρητικότητας 51GB (βέβαια, αυτό το ένα παραπάνω GB θυμίζει λίγο παιδιάστικους ανταγωνισμούς του τύπου “το δικό μου είναι πιο μεγάλο”).
Και ξαφνικά έρχεται Η είδηση. Το DVD Forum (δημιουργός των στάνταρτ του DVD και του HD-DVD) και το μεγαλύτερο κέντρο ανάπτυξης οπτικών δίσκων της Κίνας, το Optical Memory National Engineering Research Center, (κινεζικό κονσόρτσιουμ πανεπιστημίων, κέντρων έρευνας, μεγάλων εταιρειών κατασκευής οπτικών μέσων και φυσικά κυβερνητικών παραγόντων), ανακοινώνουν τη γέννηση ενός νέου φορμά οπτικών δίσκων Hi-Def, κινεζικής τεχνολογίας. Δεν μας φτάνανε τα δύο γιαπωνέζικα, πλάκωσε και τρίτο, το κινέζικο. Όμως τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Διότι η κινέζικη πατέντα, με την προσωρινή ονομασία CH-DVD, είναι σχεδόν HD-DVD. Ελάχιστα έως καθόλου διαφέρει από το HD-DVD, καθώς οι ήσσονος σημασίας διαφορές υπάρχουν μόνο για να μην πληρώσουν οι Κινέζοι δικαιώματα στους πατεντούχους του HD-DVD. Οι φήμες θέλουν τα CH-DVD Player να είναι ικανά να παίξουν δισκάκια HD-DVD, πράγμα που σημαίνει ότι τα ήδη φτηνά (σε σχέση με τον ανταγωνισμό) HD-DVD Player θα αντικατασταθούν από τα κινέζικα CH-DVD Player, τα οποία φυσικά θα έχουν τιμές Κίνας. Χώμα δηλαδή. Αν λοιπόν φτάσουμε να αγοράζουμε από το Supermarket CH-DVD Player με 20 και με 30 ευρώ, ε τότε το HD-DVD θα έχει νικήσει στον πόλεμο των φορμά. Βέβαια, το CH-DVD προορίζεται για την εσωτερική αγορά της Κίνας, και για την κωδικοποίηση εικόνας και ήχου θα χρησιμοποιεί μία νέα μέθοδο συμπίεσης, τη λεγόμενη Advanced Audio Video Encoding Standard in Information Technology (ή απλά AVS), την πατέντα της οποίας κατέχει η κινεζική κυβέρνηση. Το AVS βασίζεται στην επεξεργασία του βίντεο σε μακρομπλόκ των 8x8 εικονοστοιχείων και σύμφωνα με τους Κινέζους, προσφέρει ποιότητα ίδια ή και καλύτερη με αυτή του AVC, ενώ απαιτεί εξαιρετικά μικρότερη επεξεργαστική ισχύ κατά την αποκωδικοποίηση ή την κωδικοποίηση. Όμως οι Κινέζοι δεν κρύβουν τις προθέσεις τους να κατακτήσουν την παγκόσμια αγορά με το δικό τους HD, το οποίο, σύμφωνα με τα λεγόμενά τους, και καλύτερο είναι και πολύ φτηνότερο. Λέτε τελικά η Sony απ’ αλλού να φυλάγεται και από αλλού να το ‘βρει;