18 Ιουν 2008

Άλλο remastering και άλλο restoration

Τελικά τι συμβαίνει και καθυστερούν τόσο πολύ να βγουν οι αγαπημένες μας ταινίες σε Blu-ray; Γιατί δεν γίνεται ταυτόχρονη διανομή με αυτή των DVD και θα πρέπει να περιμένουμε τουλάχιστον ένα τρίμηνο παραπάνω;

Η απάντηση μου ήρθε σαν επιφοίτηση παρακολουθώντας τις ταινίες «The Assasination of Jesse James» και το «Cloverfield». Τις είχα δει και τις δύο στον κινηματογράφο και έπειτα από λίγο καιρό και σε DVD. Στην περίπτωση του «Cloverfield» η εμπειρία ήταν απογοητευτική όσον αφορά στην ποιότητα εικόνας, καθώς το ερασιτεχνικού τύπου γύρισμα που έχει επιλέξει ο δημιουργός του, J.J.Abrams, έχει ως αποτέλεσμα (και στις αίθουσες και στο DVD) εικόνα θαμπή, κουνημένη, με αχνά χρώματα και περιορισμένο βάθος πεδίου. Τι κρίμα! σκέφτηκα... Το story είναι ενδιαφέρον, αλλά η επιλογή του Abrams για χειρισμό της κάμερας με το χέρι (όπως στο «Blair Witch Project») έχει στην κυριολεξία «καταστρέψει» την εικόνα. Τα παναρίσματα της κάμερας και οι ακραίες γωνίες λήψης σε ζαλίζουν, αυτό είναι σίγουρο, αλλά το πραγματικό πρόβλημα είναι η έλλειψη ευκρίνειας και βάθους και τα ξεπλυμένα χρώματα. Στο «Jesse James» υπάρχει άλλο πρόβλημα. Τα έντονα φίλτρα (κυρίως σέπια) που έχουν επιλέξει ο διευθυντής φωτογραφίας και ο σκηνοθέτης αλλά και η τεχνοτροπία της κινηματογράφησης (focus μόνο στο κεντρικό πρόσωπο του κάδρου και θαμπά τα γύρω πρόσωπα και αντικείμενα και το background) δίνουν εικόνα θαμπή και επίπεδη, που σε πολλά σημεία ουσιαστικά «λασπώνει». Το τελικό αποτέλεσμα είναι τόσο «προβληματικό» (ειδικά στο DVD), ώστε ο θεατής δυσανασχετεί με την εικόνα και δεν μπορεί να αφοσιωθεί στην εξέλιξη της ιστορίας και στην εξιστόρηση του δράματος.
Όλα αυτά μέχρι τη στιγμή που έπιασα στα χέρια μου τις εκδόσεις και των δύο ταινιών σε Blu-ray. Στο «Cloverfield» το θαμπό, μουντό και επίπεδο αποτέλεσμα του DVD έχει αντικατασταθεί από εικόνα εκπληκτικής καθαρότητας και ευκρίνειας, με τρισδιάστατο βάθος πεδίου και υπέροχα χρώματα. Τα προβλήματα της ερασιτεχνικής λήψης παραμένουν (θόρυβος, ανεπαρκής φωτισμός), αλλά ενοχλούν και παρατηρούνται σε σαφώς μικρότερο βαθμό από ό,τι στο DVD. Εν ολίγοις άλλη ταινία είδα στο DVD και στον κινηματογράφο και άλλη (τη σωστή, αυτή που κινηματογράφησε ο Abrams) στο Blu-ray του «Cloverfield».
Στην περίπτωση του «Jesse James» η εμπειρία ήταν ίδια. Στο DVD η εικόνα ήταν θαμπή, επίπεδη και προβληματική, σε σημείο που ο θεατής να «ξενερώνει» με το τελικό αποτέλεσμα. Ουσιαστικά τα φίλτρα και γενικά οι τεχνοτροπίες κινηματογράφησης που έχουν επιλεχθεί (σίγουρα με σκοπό την ανάδειξη της ιστορίας και με γνώμονα την επιθυμητή αισθητική), αντί να αναδεικνύουν, «θάβουν» την ταινία. Ε λοιπόν, και εδώ η έκδοση σε Blu-ray υπήρξε μια πραγματική αποκάλυψη. Τα χρώματα καθαρίζουν, η ευκρίνεια της εικόνας βελτιώνεται σε σημαντικό βαθμό και η τεχνική της εστίασης στο κεντρικό θέμα εξυπηρετεί πλέον την εξιστόρηση του δράματος. Τα φίλτρα σέπια δεν «λασπώνουν» την εικόνα, αλλά της προσδίδουν μια υπέροχη αίσθηση παλιού φιλμ, ενώ στα πλάνα που σκόπιμα είναι εκτός εστίασης παραμένει λαμπερή, καθαρή και με εντυπωσιακό βάθος. Στο Blu-ray του «Jesse James» πραγματικά οι ομολογουμένως ακραίες επιλογές κινηματογράφησης και επεξεργασίας εξυπηρετούν την ταινία, δίχως να δημιουργούν πρόβλημα στην εικόνα.
Τελικά τι ήταν αυτό που έκανε τα δύο αυτά έργα σε Blu-ray να φαίνονται καλύτερα και από το κινηματογραφικό φιλμ (πόσω μάλλον από το DVD); Ουσιαστικά, για να κυκλοφορήσει μια ταινία σε DVD, αρκεί ένα προσεκτικό telecine του φιλμ για να δημιουργηθεί το ψηφιακό master από όπου θα κοπεί το DVD. Για το Blu-ray όμως και τα transfer υψηλής ευκρίνειας η κατάσταση είναι απείρως πιο σοβαρή και σαφώς πιο χρονοβόρα. Εδώ η μεταφορά ενός φιλμ σε μια ψηφιακή μήτρα υψηλής ευκρίνειας ισοδυναμεί με ένα project που απαιτεί άπειρες ώρες (ουσιαστικά μερικούς μήνες), πανάκριβα εργαλεία και πολύ κόπο και προσοχή από την πλευρά των τεχνικών που έχουν αναλάβει την ψηφιοποίησή του. Το σκανάρισμα πραγματοποιείται καρέ καρέ και βέβαια στις αναλύσεις που χρησιμοποιούνται (συνήθως 4K, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις και 8K) ο σκάνερ «βλέπει» και πληροφορία που είναι άχρηστη (φθορά, σκόνη κ.λπ.) και δημιουργεί προβλήματα. Έτσι, απαιτείται περαιτέρω ψηφιακό καθάρισμα (το οποίο επίσης γίνεται καρέ καρέ) για να αποφευχθούν αυτά τα προβλήματα δίχως βέβαια να πειραχτεί η εικόνα. Για το λόγο αυτό από την προβολή μιας ταινίας στις αίθουσες και την κυκλοφορία της σε DVD έως την έκδοσή της σε Blu-ray μεσολαβεί κατά μέσο όρο ένα τετράμηνο, όσο δηλαδή διαρκεί ένα προσεκτικό ψηφιακό transfer υψηλής ευκρίνειας.
Υπομονή, λοιπόν, γιατί ένα βιαστικό transfer της αγαπημένης μας ταινίας σε Blu-ray εξ ορισμού έχει προβληματική εικόνα, ενώ ένα πολύμηνο project καταλήγει (όπως, λόγου χάρη, στο «Men in Black» που παρουσιάζουμε στο τρέχον τεύχος) σε άψογη εικόνα. Μάλιστα, οι «τσαπατσουλιές» όσον αφορά στην έκδοση σε Blu-ray δεν μπορούν να θεωρηθούν τίποτα παραπάνω από ένα απλό remastering, ενώ αυτό που πραγματικά απαιτείται για να έχουμε σωστή εικόνα είναι ένα πλήρες restoration.

Δεν υπάρχουν σχόλια: